Το έγκαυμα είναι ένα είδος τραυματισμού που χαρακτηρίζεται από τη μερική ή ολική καταστροφή του δέρματος ή ακόμα και ιστών που εντοπίζονται σε μεγαλύτερο βάθος, όπως τα νεύρα, τα οστά, οι μύες ή τα αγγεία. Η σοβαρότητα του εγκαύματος κρίνεται από το βάθος και την έκταση του.
Το έγκαυμα 1ου βαθμού αφορά την επιφανειακή στιβάδα του δέρματος, την επιδερμίδα. Το δέρμα εμφανίζεται ερυθρό, ελαφρά πρησμένο και είναι επώδυνο. Σύνηθες αίτιο είναι η υπερβολική έκθεση στον ήλιο.
Το έγκαυμα 2ου βαθμού καταστραφεί την επιδερμίδα και το ανώτερο μέρος του χωρίου. Διαχωρίζεται σε επιφανειακό και βαθύ ανάλογα με το βάθος του χορίου που έχει καταστραφεί. Χαρακτηριστικό του είναι η εμφάνιση φυσαλίδων. Είναι ιδιαίτερα επώδυνο.
Το έγκαυμα 3ου βαθμού καταστρέφει όλες τις στοιβάδες του δέρματος μέχρι το υποδόριο λίπος ή και βαθύτερα. Το δέρμα εμφανίζεται ξηρό και σκληρό, χλωμό ή μαύρο. Παραδόξως το έγκαυμα αυτού του τύπου δεν πονάει γιατί οι νευρικές απολήξεις έχουν καταστραφεί.
Πως προκαλείται ένα έγκαυμα;
Τα εγκαύματα προκαλούνται από ποικιλία εξωτερικών πηγών και διακρίνονται σε:
– Χημικό έγκαυμα: Προκαλείται από οξέα ή βάσεις. Συνήθως είναι αποτέλεσμα βιομηχανικών, οικιακών ατυχημάτων ή μετά από εγκληματικές ενέργειες.
– Θερμικό έγκαυμα: Προκαλείται μετά από επαφή με φωτιά ή από καυτά υλικά , όπως καυτές επιφάνειες, καυτό νερό, λάδι κοκ.
– Ακτινικό έγκαυμα: το αίτιο είναι η ιονίζουσα ακτινοβολία. Αυτή μπορεί να είναι ιατρογενής αλλά και ηλιακή ακτινοβολία.
– Ηλεκτρικό έγκαυμα: Προκαλείται από ηλεκτροπληξία, η οποία μπορεί να αποβεί μοιραία εξαιτίας των επικίνδυνων καρδιακών αρρυθμιών που εμφανίζονται κατά τη διάρκεια του ατυχήματος ή μέσα στο πρώτο 24ώρο.
Τι συμβαίνει κατά την οξεία φάση του εγκαύματος;
Για να μπορέσουμε να κατανοήσουμε πώς ένα έγκαυμα μπορεί να επηρεάσει έναν οργανισμό, πρέπει να γίνει κατανοητή η λειτουργία του δέρματος. Το δέρμα αποτελεί το μεγαλύτερο όργανο του σώματος μας. Αποτελεί φραγμό στην απώλεια θερμότητας και στην απώλεια υγρών, όπως και ασπίδα στην είσοδο μικροβίων. Το έγκαυμα είναι ένα ανοικτό τραύμα και μπορεί εύκολα να επιμολυνθεί ιδίως γιατί ένα θερμό και υγρό περιβάλλον αποτελεί ιδανικό περιβάλλον για την ανάπτυξη μικροοργανισμών. Σε εγκαύματα μεγαλύτερης έκτασης (πάνω από 20% επιφάνεια σώματος) λόγω της απώλειας υγρών και λόγω της φλεγμονώδους αντίδρασης που προκαλείται μπορεί να αποσταθεροποιηθεί η ομοιοστασία του οργανισμού. Στις περιπτώσεις αυτές ένα έγκαυμα αποτελεί και άμεση απειλή για τη ζωή και πρέπει να διακομιστεί στις ειδικές μονάδες εγκαυμάτων.
Πότε χειρουργείται ένα έγκαυμα;
Ένα έγκαυμα χειρουργείται όταν είναι δευτέρου βαθμού βαθύ ή τρίτου βαθμού (βέβαια και το μέγεθος του εγκαύματος παίζει βασικό ρόλο στη χειρουργική ένδειξη). Στην χειρουργική αντιμετώπιση του εγκαύματος ανήκει η αφαίρεση της εγκαυματικής επιφάνειας και η εφαρμογή δερματικών μοσχευμάτων. Με τον τρόπο αυτό η εγκαυματική περιοχή επουλώνεται γρηγορότερα, μειώνοντας την πιθανότητα λοίμωξης και επιτρέποντας την εντατική φυσικοθεραπεία και γενικότερα την επιστροφή στην καθημερινότητα του ασθενή.
Ποιες είναι οι απώτερες επιπλοκές του εγκαύματος;
Οι ουλές των εγκαυμάτων μπορεί να είναι έντονες και δύσμορφες, ιδίως σε περιπτώσεις ενός βαθιού εγκαύματος που αντιμετωπίστηκε συντηρητικά στην οξεία φάση του αλλά και ένα χειρουργημένο έγκαυμα που δεν έχει λάβει την αρμόζουσα μετεγχειρητική αγωγή. Ανάλογα με την εντόπισής τους, μπορεί να προκαλέσουν εκτός από αισθητικό και λειτουργικό πρόβλημα, π.χ. όταν μια υπερτροφική ή ρικνωτική ουλή εντοπίζεται πάνω από μια άρθρωση, παρεμποδίζεται η πλήρης κινητικοτήτα των αρθρώσεων.
Σε περιπτώσεις προβληματικών μετεγκαυματικών ουλών θα εξεταστεί η βέλτιστη δυνατή εξατομικευμένη λύση. Υπάρχουν συντηρητικές θεραπείες (επιθέματα σιλικόνης, πιεστικά ενδύματα, ειδικό μασάζ ουλών) αλλά και χειρουργικές επεμβάσεις αποκατάστασης με δερματικά μοσχεύματα, κρημνούς ή ακόμη και τεχνικές διάτασης ιστών.